σταφυλητομία

σταφυλητομία
στᾰφῠλη-τομία, ,
A excision of the uvula, Poll.4.185.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σταφυλητομία — σταφυλητομίᾱ , σταφυλητομία excision of the uvula fem nom/voc/acc dual σταφυλητομίᾱ , σταφυλητομία excision of the uvula fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σταφυλητομία — η, Α βλ. σταφυλοτομία …   Dictionary of Greek

  • σταφυλοτομία — η, ΝΜΑ, και σταφυλητομία Α χειρουργική αφαίρεση ή τομή τής σταφυλής νεοελλ. εγχείρηση εκτομής σταφυλώματος τού οφθαλμού. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. staphylotomie (< σταφυλήν + τομία < τόμος < τέμνω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”